Η Μονή Τοπλού ή Μονή της Παναγίας της
Ακρωτηριανής βρίσκεται στη βορειοανατολικότερη άκρη της Κρήτης στη βάση του
ακρωτηρίου Σίδερο και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προσκυνήματα του
νησιού.
Η αρχική ονομασία της μονής είναι «Παναγία η
Ακρωτηριανή» όπως προκύπτει από έγγραφα και σφραγίδες του 15ου και
16ου αιώνα. Ως Τοπλού αναφέρεται πρώτη φορά σε τουρκικό έγγραφο του
1673.
Το μοναστήρι είναι φρουριακού τύπου
περιτειχισμένο με τείχος ύψους 10μ, έχει σχήμα τετραγώνου με ένα
επιβλητικό καμπαναριό ύψους 33μ. Είναι
τριώροφο και καταλαμβάνει έκταση 800 τ.μ. Στην εσωτερική αυλή της μονής υπάρχει
ένα πηγάδι που εικάζεται ότι κτίστηκε στα πρώτα χρόνια της μονής και χρησιμεύει
για την ύδρευση του μοναστηριού. Δεν υπάρχουν σίγουρες πληροφορίες για το χρόνο
ίδρυσης της μονής.
Απέναντι από το πηγάδι υπάρχει μικρή εκκλησία
η οποία είναι δίκλιτη βασιλική και διμάρτυρη. Το βόρειο κλίτος είναι αφιερωμένο
στη Γέννηση της Θεοτόκου, ενώ το νότιο στον Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο.
Στη μονή φυλάσσονται σπάνιες εικόνες, όπως η
«Μέγας ει Κύριε», η εικόνα «Άξιον Εστί» που φιλοτεχνήθηκε από τον Ιωάννη
Κορνάρο το 1770, η εικόνα «Ρόδον το αμάραντο» και άλλες.
Στο μοναστήρι λειτουργεί μουσείο
χαλκογραφιών και λαϊκών χαρακτικών, επίσης εκτίθενται θαυμάσια αντικείμενα
εκκλησιαστικής τέχνης. Τόσο στο Μουσείο όσο και στο εσωτερικό της εκκλησίας
απαγορεύεται η φωτογράφιση.
Η μονή έχει στην κατοχή της μεγάλη
καλλιεργήσιμη έκταση και παράγει εξαιρετικά βιολογικά προϊόντα όπως κρασί, λάδι
και ρακή, που φέρουν την ονομασία «Τοπλού».
Σήμερα η μονή έχει τέσσερεις μοναχούς και είναι
ανοιχτή για το κοινό καθημερινά από 9π.μ. – 1μ.μ. και από 2 – 6μ.μ.